παρέντες

παρέντες
παρίημι
let fall at the side
aor part act masc nom/voc pl
πείρω
pierce
aor part pass masc nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Μπερουγέτε, Πέδρο — (Pedro Berruguete, Παρέντες ντε Νάβα, Παλένθια μέσα 15ου αι. – 1506). Ισπανός ζωγράφος. Ως Πιέτρο Σπανιόλο που εργάστηκε το 1477 στην υπηρεσία του δούκα του Ουρμπίνο μαζί με τον Ιούστο της Γάνδης και τον Μελότσο. Ο Μ. επηρεάστηκε από τον Μελότσο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”